- Κυρηναικοί
- Κυρηναικόςthe disciplesmasc nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κυρηναϊκοί — Φιλόσοφοι της αποκαλούμενης Κυρηναϊκής σχολής, της οποίας την ίδρυση η αρχαία παράδοση αποδίδει –γεγονός που σήμερα αμφισβητείται– στον Αρίστιππο (5ος –4ος αι. π.Χ.), μία από τις επιφανέστερες προσωπικότητες που είχαν συνδεθεί με τον Σωκράτη. Η… … Dictionary of Greek
КИРЕНСКАЯ ШКОЛА — одна из сократич. школ др. греч. философии, основанная в 4 в. до н. э. Аристиппом из Кирены, учеником Сократа. К ней принадлежали: дочь Аристиппа Арета, позднее её сын Аристипп Младший, Феодор, Гегесий, Анникерид. К. ш. отвергала изучение … Философская энциклопедия
КИРЕНСКАЯ ШКОЛА, киренаики — КИРЕНСКАЯ ШКОЛА, киренаики (οἱ Κυρηναικοί), др. греч. гедонистическая философская школа 4 1 й четв. 3 в. до н. э., возводившая свое учение к сократику Аристиппу из Кирены. К Киренской школе принадлежали, в частности: дочь Аристиппа Арета, ее… … Античная философия
ηθική — Κάθε θεωρία που θέτει αντικείμενο θεωρητικής εξέτασης την πρακτική συμπεριφορά του ανθρώπου. Η φιλοσοφική η. διακρίνεται επομένως τόσο από τις θετικές εντολές ή προσταγές που εκπορεύονται από οποιαδήποτε πηγή (θρησκευτική, φιλοσοφική, πολιτική,… … Dictionary of Greek
κυρηναϊκός — ή, ό (AM κυρηναϊκός, ή, όν) [Κυρήνη] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην αρχαία ελληνική πόλη τής βόρειας Αφρικής Κυρήνη 2. (το αρσ. πληθ. ως κύριο όν.) οι Κυρηναϊκοί οι μαθητές ή οπαδοί τού Κυρηναίου φιλοσόφου Αριστίππου, που θεωρούσαν ως… … Dictionary of Greek
σωκρατικοί ελάσσονες — Έτσι χαρακτηρίζονται όλοι εκείνοι που, κατά κάποιο τρόπο, ισχυρίστηκαν ότι στηρίζονται στη σωκρατική διδασκαλία, αλλά που υστερούν κατά πολύ από το μέγιστο όλων των σωκρατικών: τον Πλάτωνα. Εκτός από μερικές προσωπικότητες, όπως ο Ξενοφών και ο… … Dictionary of Greek